Το blog μας

Αρθρογραφία γύρω απο τα πιο πρόσφατα φορολογικά ζητήματα

Εγκύκλιος για την ρύθμιση των 120 δόσεων για όσους έχουν χρέη άνω των €50.000

shutterstock 172826960 1 Εγκύκλιος για την ρύθμιση των 120 δόσεων για όσους έχουν χρέη άνω των €50.000

 

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

Ανάσα σε δεκάδες χιλιάδες οφειλέτες, που χρωστούσαν στις 31 Δεκεμβρίου 2016 έως και 50.000 ευρώ στο Δημόσιο, δίνει η δυνατότητα ένταξής τους στη ρύθμιση των 120 δόσεων έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018.

Η εν λόγω ρύθμιση τίθεται και τυπικά σε εφαρμογή με την υπογραφή από τον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλή της διευκρινιστικής εγκυκλίου (ΠΟΛ.1055/23.8.2018) για τη ρύθμιση ήδη βεβαιωμένων κατά τις 31/12/2016 οφειλών έως 50.000 ευρώ, η οποία αναφέρει τους βασικούς κανόνες που εφαρμόζονται από τη Φορολογική Διοίκηση στις διμερείς συμφωνίες ρύθμισης και παρέχει αναλυτικές οδηγίες και παραδείγματα για τον τρόπο υπολογισμού των δόσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν οφειλέτες με φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, οι οποίοι είτε:

  1. Είναι νομικά ή φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα (δηλαδή κυρίως πρόσωπα με εμπορική ιδιότητα) και το σύνολο των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 δεν ξεπερνά τα 20.000 ευρώ, ή
  2. Οι οφειλές τους προς το Δημόσιο υπερβαίνουν το 85% του συνόλου των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές έως τις 31.12.2016, οι οποίες δεν ξεπερνούν τα 50.000 ευρώ, είτε
  3. Είναι φυσικά πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα, ωστόσο έχουν κάνει έναρξη εργασιών και αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, μεγάλη κατηγορία των οποίων αποτελούν οι ελεύθεροι επαγγελματίες, με βεβαιωμένες οφειλές προς το Δημόσιο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 που δεν υπερβαίνουν τα 50.000 ευρώ.

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι σχετικές αιτήσεις υποβάλλονται από τους οφειλέτες ηλεκτρονικά – μέσω της ιστοσελίδας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ).

Επισημαίνεται ότι η εν λόγω ρύθμιση χορηγείται άπαξ ανά οφειλέτη, ενώ σε αυτή υπάγονται οφειλές προς το Δημόσιο που είναι ήδη βεβαιωμένες κατά την 31η/12/2016, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων-ΚΕΔΕ, του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, καθώς και οφειλές υπέρ τρίτων πιστωτών και υπέρ αλλοδαπού Δημοσίου που βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ ή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εφόσον έχουν ήδη βεβαιωθεί κατά την ανωτέρω ημερομηνία, με τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής κατά τον χρόνο υπαγωγής στη ρύθμιση.

 

Από τη ρύθμιση εξαιρούνται:

  1. Οφειλές που έχουν ρυθμιστεί με οριστική δικαστική απόφαση ή δικαστικό συμβιβασμό ακόμα κι αν ακολούθησε έκπτωση του οφειλέτη για οποιονδήποτε λόγο. Επισημαίνεται ότι η ρύθμιση των οφειλών αυτών αποκλείεται μόνο σε περίπτωση που έχει υπαχθεί στον ν. 3869/2010 (Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων) ο ίδιος ο οφειλέτης-αιτών που νομιμοποιείται να υποβάλλει αίτηση ρύθμισης. Αντίθετα, σε περίπτωση που η δικαστική ρύθμιση του ν. 3869/2010 αφορά συνυπόχρεο με τον οφειλέτη πρόσωπο, δεν υφίσταται κώλυμα για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών τόσο ως προς τον οφειλέτη-αιτούντα όσο και ως προς τυχόν άλλο συνυπόχρεο πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση από κοινού με αυτόν, δεδομένου ότι η δικαστική ρύθμιση του ν. 3869/2010 έχει υποκειμενική ισχύ. Για παράδειγμα, σε περίπτωση υποβολής αίτησης ρύθμισης από εμπορική εταιρεία που πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτήν, στη ρύθμιση θα ενταχθούν και οφειλές που τυχόν έχουν ήδη ρυθμιστεί με τη διαδικασία του ν. 3869/2010 στο πρόσωπο του διοικούντος την εταιρεία, ως εις ολόκληρον ευθυνόμενου με αυτήν. Σε περίπτωση που η αίτηση για ρύθμιση οφειλών που έχουν ήδη ρυθμιστεί κατά το ν. 3869/2010 συνυποβληθεί από το πρόσωπο που έχει υπαχθεί στον ανωτέρω νόμο, τα ευεργετήματα της ρύθμισης δεν επεκτείνονται σε αυτόν, για τον λόγο δε αυτό δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν τα περιουσιακά-εισοδηματικά στοιχεία του εν λόγω συνοφειλέτη για τη διαμόρφωση των λύσεων της ρύθμισης.
  2. Οφειλές που αφορούν ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή σύμφωνα με άλλες ειδικές διατάξεις.

 

Περιεχόμενο της αίτησης

Η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 και πρέπει να περιέχει:

α. πλήρη στοιχεία του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών που υποβάλλουν αυτήν από κοινού με τον οφειλέτη,

β. τα στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας αυτού και

γ. κατάλογο όλων των πιστωτών του οφειλέτη και των οφειλόμενων ποσών ανά πιστωτή. Όσον αφορά τις οφειλές προς ιδιώτες πιστωτές και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ αφενός των οφειλών που έχουν γεννηθεί έως τις 31/12/2016, με τους τόκους και προσαυξήσεις επ’ αυτών έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, αφετέρου τυχόν μεταγενέστερων οφειλών. Όσον αφορά τις οφειλές προς το Δημόσιο και υπέρ τρίτων βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση, η ανωτέρω διάκριση γίνεται μεταξύ βεβαιωμένων μέχρι 31.12.2016 και τυχόν μεταγενέστερα βεβαιωμένων οφειλών.

 

Η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

  1. Για τους οφειλέτες που είναι φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα και νομικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, πιστοποιητικό από το αρμόδιο Πρωτοδικείο περί μη πτώχευσης του οφειλέτη, μη υπαγωγής αυτού σε διαδικασία εξυγίανσης κατ’ άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007 ή ειδικής εκκαθάρισης.
  2. Για τους ίδιους ως άνω οφειλέτες πιστοποιητικό από το αρμόδιο Πρωτοδικείο ότι δεν εκκρεμεί αίτηση για υπαγωγή του οφειλέτη σε μία από τις ανωτέρω διαδικασίες.
  3. iii. Για τους ίδιους οφειλέτες πιστοποιητικό από το Ειρηνοδικείο Αθηνών ότι δεν έχει εκδοθεί για τον οφειλέτη οριστική δικαστική απόφαση ρύθμισης οφειλών ή επικύρωσης δικαστικού συμβιβασμού κατά τις διατάξεις του νόμου 3869/2010. Σε περίπτωση που έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση του ν. 3869/2010, απαιτείται υπεύθυνη δήλωση του οφειλέτη ότι οι οφειλές που έχουν περιληφθεί στην αίτηση ρύθμισης δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση του άρθρου 2 της ΠΟΛ.1223/2017, δηλαδή δεν έχουν ρυθμιστεί με οριστική δικαστική απόφαση ή δικαστικό συμβιβασμό κατά το ν. 3869/2010. Δεδομένου ότι η αίτηση ρύθμισης υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986, κατά τα προαναφερθέντα, αρκεί η ανωτέρω δήλωση να περιλαμβάνεται στην αίτηση. Σε κάθε περίπτωση όμως, η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από επικυρωμένο αντίγραφο της αίτησης υπαγωγής στο ν. 3869/2010 και της δικαστικής απόφασης.
  4. Για όλους τους οφειλέτες, αντίγραφο της τελευταίας εκδοθείσας δήλωσης ΕΝΦΙΑ – πράξης προσδιορισμού φόρου του έτους υποβολής της αίτησης και των τριών προηγούμενων ετών, εφόσον έχουν εκδοθεί.
  5. Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα, οι οποίοι έχουν στην κυριότητά τους εμπράγματα δικαιώματα επί γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, συμπληρωμένο έντυπο υπολογισμού αξίας του γηπέδου (ΑΓΗΣ).
  6. Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα, πιστοποιητικό περί μη λύσης της εταιρείας από το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ).
  7. vii. Αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συμβουλίου και του διευθύνοντος συμβούλου για ανώνυμες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των ομόρρυθμων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες.

 

Πρόσθετα δικαιολογητικά για οφειλές άνω των 20.000 ευρώ

Σε περίπτωση που οι προς ρύθμιση οφειλές προς το Δημόσιο υπερβαίνουν τις 20.000 ευρώ κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, επιπροσθέτως, συνυποβάλλονται τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

  1. Χρηματοοικονομικές καταστάσεις των τελευταίων πέντε περιόδων, οι οποίες πρέπει να είναι δημοσιευμένες, εφόσον προβλέπεται υποχρέωση σύνταξης ή/και δημοσίευσης αυτών.
  2. Προσωρινό ισοζύγιο τελευταίου μηνός τεταρτοβάθμιων λογαριασμών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής, εφόσον προβλέπεται η κατάρτισή του.
  3. Πρόσφατα πιστοποιητικά βαρών όλων των ακινήτων του οφειλέτη.
  4. Υπεύθυνη δήλωση του οφειλέτη με αναλυτική παράθεση των ανεξόφλητων υποχρεώσεων για τις οποίες υπάρχουν εμπράγματες εξασφαλίσεις επί των ακινήτων αυτού, από την οποία πρέπει να προκύπτουν το ύψος του ανεξόφλητου χρέους, το είδος κάθε εμπράγματου δικαιώματος-εξασφάλισης και τα στοιχεία καταχώρησης/εγγραφής αυτού στο Υποθηκοφυλάκειο/Κτηματολόγιο, η περιγραφή του βεβαρημένου ακινήτου και ο πιστωτής που ενέγραψε το εμπράγματο δικαίωμα.

Σε περίπτωση που το Δημόσιο διαπιστώσει ελλείψεις ή ανακρίβειες στην υποβληθείσα αίτηση, τα ανωτέρω στοιχεία και δικαιολογητικά, δύναται να τάξει εύλογη προθεσμία, η οποία δεν υπερβαίνει τις δέκα εργάσιμες ημέρες, για τη συμπλήρωση ή διόρθωση αυτών και, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, να απορρίψει την αίτηση.

 

Αξιολόγηση διαθέσιμου εισοδήματος

Αξιολόγηση εισοδήματος

Για την αξιολόγηση του διαθέσιμου εισοδήματος το Δημόσιο λαμβάνει υπ’ όψιν:

  1. Για νομικά πρόσωπα, είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για το συνοφειλέτη που υπέβαλε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, το μεγαλύτερο μεταξύ των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (θετικό EBITDA) του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης και του μέσου όρου των θετικών EBITDA της τελευταίας τριετίας.
  2. Για φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για τον συνοφειλέτη που υπέβαλε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη:

* το μεγαλύτερο μεταξύ των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (θετικό EBITDA) του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης και του μέσου όρου των θετικών EBITDA της τελευταίας τριετίας, αθροιστικά με

* τον μέσο όρο των εσόδων από άλλες πηγές της τελευταίας τριετίας.

iii. Για συνοφειλέτες φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες, τον μέσο όρο του πραγματικού δηλωθέντος εισοδήματος (φορολογητέου ή μη) κατά τις τρεις τελευταίες φορολογικές περιόδους.

Για τον προσδιορισμό του εισοδήματος συνοφειλετών, που θα ληφθεί υπ’ όψη, αθροίζονται οι αντίστοιχες τιμές των προσώπων αυτών κατά το ποσοστό συνυπευθυνότητάς τους στις συνολικές προς ρύθμιση οφειλές όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά τον χρόνο εξέτασης της αίτησης, δηλ. βασική οφειλή κατά την ημερομηνία εξέτασης της αίτησης με τις προσαυξήσεις – τόκους που της αναλογούν έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

 

Αξιολόγηση περιουσιακών στοιχείων

α. Ακίνητα:

Εφόσον, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, οι προς ρύθμιση οφειλές προς το Δημόσιο υπερβαίνουν τις 20.000 ευρώ, λαμβάνεται υπ’ όψιν έκθεση εκτιμητή ακινήτων η οποία έχει συνταχθεί εντός έτους από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και, σε περίπτωση που προσκομίζονται από οφειλέτη ή συνοφειλέτη περισσότερες εκθέσεις εκτιμητών, την πιο πρόσφατη.

Σε περίπτωση που δεν απαιτείται ή δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακινήτων, το Δημόσιο υπολογίζει ως αξία ακινήτων τη φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ, από την τελευταία συντεθείσα δήλωση ΕΝΦΙΑ – πράξη προσδιορισμού φόρου. Για γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού φυσικών προσώπων, για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝΦΙΑ και δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακινήτων, το Δημόσιο υπολογίζει ως αξία ακινήτων την αντικειμενική αξία αυτών.

 

β. Κινητά:

  1. Όταν τα κινητά σχετίζονται με την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, όπως ενσώματα και άυλα πάγια πλην ακινήτων, αποθέματα, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. τίτλοι, μετρητά, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες καταθέσεις, μετοχές), λαμβάνεται υπ’ όψιν η αγοραία αξία, όπως προκύπτει είτε από πρόσφατη έκθεση οικονομολόγου, μέλους του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) ή κατόχου άδειας λογιστή φοροτεχνικού Α’ τάξης, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών έως και 1.500.000 ευρώ ή απλογραφικά βιβλία, ή από πρόσφατη έκθεση ορκωτού ελεγκτή, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο του 1.500.000 ευρώ. Ως «πρόσφατη έκθεση» θεωρείται αυτή που έχει συνταχθεί εντός των τελευταίων δώδεκα μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης. Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται η ως άνω έκθεση, λαμβάνεται υπ’ όψιν η αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη. Για τον έλεγχο της δηλωθείσας αξίας σε αυτήν την περίπτωση το Δημόσιο δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα.
  2. Όταν τα κινητά δεν σχετίζονται με την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και αφορούν κινητά μεγάλης αξίας, δηλαδή έκαστο εξ αυτών υπερβαίνει τα 2.000 ευρώ και συνολικά εκτιμώμενα υπερβαίνουν τα 30.000 ευρώ, λαμβάνεται υπ’ όψιν η αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη, για τον έλεγχο της οποίας το Δημόσιο δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα και η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται αυτής που αναγράφεται σε εν ισχύι σύμβαση ασφάλισής τους.
  3. iii. Όταν τα κινητά δεν σχετίζονται με την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και αφορούν κινητά μικρής αξίας, λαμβάνεται υπ’ όψιν η αξία που αναφέρεται στην αίτηση.

 

Ρυθμίσεις με βάση το ύψος της βασικής προς ρύθμιση οφειλής

Για τον υπολογισμό του τελικού ποσού της προς ρύθμιση οφειλής και για το πλήθος των δόσεων, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 120 μηνιαίες δόσεις, το Δημόσιο προτείνει ρυθμίσεις βάσει του ύψους της βασικής προς ρύθμιση οφειλής, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία εξέτασης του αιτήματος από τη Φορολογική Διοίκηση, ως ακολούθως:

α. Για συνολικές βεβαιωμένες στο Δημόσιο βασικές οφειλές προς ρύθμιση μέχρι του ποσού των 3.000 ευρώ:

  1. Τμηματική καταβολή του συνόλου της οφειλής, χωρίς διαγραφή κανενός ποσού
  2. Ελάχιστο ποσό μηνιαίας τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένης δόσης 50 ευρώ
  3. Μέγιστος αριθμός δόσεων 36

β. Για συνολικές βεβαιωμένες στο Δημόσιο βασικές οφειλές προς ρύθμιση από 3.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ:

  1. Διαγραφή του ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των οφειλών από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής
  2. Ελάχιστο ποσό μηνιαίας τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένης δόσης 50 ευρώ
  3. Μέγιστος αριθμός δόσεων 120

γ. Για συνολικές βεβαιωμένες στο Δημόσιο βασικές οφειλές προς ρύθμιση 20.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ

Το Δημόσιο χορηγεί ρυθμίσεις μόνο εφόσον ο οφειλέτης πληροί το εξής κριτήριο βιωσιμότητας: Ο λόγος του συνολικού έως 31/12/2016 χρέους προς όλους τους πιστωτές, στο οποίο δεν περιλαμβάνονται οφειλές που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4469/2017, απομειωμένου κατά το ποσό του υπό διαγραφή μέρους του κατά τα κατωτέρω, προς το εισόδημα είναι μικρότερος ή ίσος του 8.

Σημειώνεται ότι το Δημόσιο δύναται να προτείνει ρυθμίσεις ακόμα και χωρίς τη συνδρομή του κριτηρίου βιωσιμότητας, εφόσον διαθέτει, σύμφωνα με τις εσωτερικές του διαδικασίες, δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας το χρέος του οφειλέτη χαρακτηρίζεται ως βιώσιμο.

 

Οι κανόνες

Για τη ρύθμιση των οφειλών ισχύουν οι εξής κανόνες:

  1. Διαγραφή του 85% των οφειλών από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
  2. Διαγραφή του 95% των απαιτήσεων του Δημοσίου από αυτοτελή πρόστιμα που δεν συμβεβαιώνονται με την κύρια οφειλή και έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση.
  3. Ελάχιστο ποσό μηνιαίας τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένης δόσης 50 ευρω.

Μέγιστος αριθμός δόσεων 120.

* Σημείωση 1: Ως βάση υπολογισμού για τη διαγραφή του 85% των προσαυξήσεων λογίζονται οι προσαυξήσεις έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης που αντιστοιχούν στη βασική οφειλή όπως αυτή έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία εξέτασης του αιτήματος.

* Σημείωση 2: Ως βάση υπολογισμού για τη διαγραφή του 95% των βεβαιωμένων προστίμων λογίζεται η βασική οφειλή αυτών όπως έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία εξέτασης του αιτήματος.

* Σημείωση 3: Με τους ανωτέρω υπολογισμούς διαγραφών προσδιορίζεται η συνολική απαίτηση του Δημοσίου, π.χ. στην περίπτωση οφειλέτη του Δημοσίου με μια βεβαίωση προστίμου ύψους 22.000 ευρώ στην οποία αντιστοιχούν προσαυξήσεις 8.000 ευρώ η συνολική παρούσα απαίτηση του Δημοσίου διαμορφώνεται σε 2.300 ευρώ (5%*22.000 και 15%*8.000).

* Σημείωση 4: Στα ανωτέρω όρια βασικών οφειλών συγκαταλέγονται και οι οφειλές υπέρ τρίτων καθώς και οι υπέρ αλλοδαπού Δημοσίου στο πλαίσιο της αμοιβαίας συνδρομής.

 

Παράδειγμα:

Οφειλέτης έχει συνολική οφειλή προς όλους τους πιστωτές έως 31.12.2016 ύψους 50.000 ευρώ με 40.000 ευρώ προς ρύθμιση στο Δημόσιο, από τα οποία 10.000 ευρώ αφορούν τόκους και προσαυξήσεις, 5.000 ευρώ αφορούν πρόστιμο του άρθρου 57 του ΚΦΔ και αυτοτελές βεβαιωμένο πρόστιμο ΚΒΣ 5.000 ευρώ (βασική οφειλή), συνεπώς η συνολική προς ρύθμιση απομειωμένη οφειλή προς το Δημόσιο διαμορφώνεται σε 21.750 ευρώ (40.000-5000- 85%*10.000-95%*5.000). Από τα οικονομικά στοιχεία του οφειλέτη των τριών τελευταίων χρήσεων προκύπτουν θετικά καθαρά αποτελέσματα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων. Ειδικότερα, η χρήση του έτους 2014 εμφανίζει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων ύψους (EBITDA) 3.000 ευρώ, η χρήση έτους 2015 θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων ύψους (EBITDA) 2000 ευρώ και η τελευταία χρήση του έτους 2016 θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ύψους 1.000 ευρώ.

Ο μέσος όρος αποτελεσμάτων των χρήσεων με καθαρά θετικά αποτελέσματα (EBITDA), δηλαδή των χρήσεων 2014, 2015 και 2016, είναι (3000+2000+1000)/3=2000 ευρώ.

Κατόπιν σύγκρισης αυτού με το αποτέλεσμα της τελευταίας χρήσης 2016 επιλέγεται η μεγαλύτερη τιμή, δηλαδή 2.000 ευρώ που αντιστοιχεί στον μέσο όρο των χρήσεων 2014, 2015 και 2016.

Το συνολικό έως 31.12.2016 χρέος προς όλους τους πιστωτές (50.000 ευρώ), απομειωμένο κατά το ποσό του υπό διαγραφή μέρους του (18.250 ευρώ), ήτοι 31.750 ευρώ προς το εισόδημα ύψους 2.000 ευρώ ισούται με δεκαπέντε και ογδόντα επτά εκατοστά (15,87), άρα ο λόγος είναι μεγαλύτερος του οκτώ (8), συνεπώς ο οφειλέτης θεωρείται μη βιώσιμος και δεν προτείνεται ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να προταθεί από το Δημόσιο ρύθμιση μόνο εφόσον αυτό διαθέτει, σύμφωνα με τις εσωτερικές του διαδικασίες, δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας το χρέος του οφειλέτη χαρακτηρίζεται βιώσιμο ή εφόσον έχει προσκομιστεί μελέτη βιωσιμότητας που έχει καταρτιστεί από άλλο θεσμικό πιστωτή ή από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα σε χρόνο μικρότερο του έτους πριν από την υποβολή της αίτησης.

Η αποδοχή από τον αιτούντα της λύσης ρύθμισης που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση πρέπει να γίνει εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την πρόταση, ενώ για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την αποδοχή της πρότασης ρύθμισης από τον αιτούντα.

 

Ευεργετήματα για τον οφειλέτη

Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη επί των ρυθμιζόμενων οφειλών τα ακόλουθα ευεργετήματα:

  1. Δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα.
  2. Αποδεικτικό ενημερότητας χορηγείται για οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση.
  3. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος.
  4. Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών και ακινήτων του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για ληξιπρόθεσμες δόσεις της ρύθμισης, καθώς και για κατασχέσεις στα χέρια τρίτων, που έχουν επιβληθεί έως την υπαγωγή στη ρύθμιση, τα αποδιδόμενα όμως από αυτές ποσά λαμβάνονται υπ’ όψιν για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον καταβάλλονται εντός της προθεσμίας αυτών και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

 

Λόγοι απώλειας της ρύθμισης

Η ρύθμιση απόλλυται όταν συντρέξει τουλάχιστον ένας από τους παρακάτω λόγους:

  1. μη καταβολή δόσεων ή μερική καταβολή δόσεων, όπως αυτές προσδιορίζονται στη ρύθμιση, έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε τρεις δόσεις,
  2. παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας, εντός τριών μηνών από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους,
  3. παράλειψη του οφειλέτη να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής τις οφειλές του προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων που εισπράττονται από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά την 31 Δεκεμβρίου 2016, εντός 90 ημερών από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση ή, προκειμένου για οφειλές που έγιναν ληξιπρόθεσμες μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση, εντός 60 ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.

Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης για οποιονδήποτε από τους παραπάνω λόγους, το σύνολο της οφειλής που παραμένει ανεξόφλητο καθίσταται αμέσως ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης, μαζί με τους αναλογούντες τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

 

Πηγή: naftemporiki.gr

Αρθρογραφία που μπορεί να σας ενδιαφέρει …